Είμαστε εδώ για να σας βοηθάμε να μαθαίνετε όλα όσα θέλουν και προσπαθούν να σας κρύψουν οι "κλειδοκράτορες" της (εφήμερης γι' αυτούς...) εξουσίας.
4/1/11
Το ημερολόγιο των Ρόντι
Με τον ΑΝΔΡΕΑ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗ
από την "Ε"
ΕΤΣΙ μπορείς να με αποκαλείς στο εξής: Ρόντι. Ή, αν μ' αγαπάς αληθινά, μπορείς να με λες: Ροντάκι· χαϊδευτικά.
Είναι μια προσφώνηση που μου προσθέτει στιλ, φινέτσα, χαϊλίκι και γκλαμουριά.
ΕΤΣΙ αποκαλούμε πλέον ο ένας τον άλλον: Ρόντι. Του στιλ: «Θες λίγη σαμπάνια ακόμη Ροντάκι;». Πολύ δύσκολα μπορεί κάποιος να υποψιαστεί ότι πρόκειται για υποκοριστικό του γε-ροντάκι... Και πως ημείς οι πουρέιτζερ, τα πλεϊμπούγια -που λέει κι ο καθηγητής-, οι πρώην αγαπητικοί της Βοσκοπούλας, αυτοαποκαλούμεθα αναμεταξύ μας γερόντοι...
ΠΡΙΝ από μερικές εβδομάδες ήμουν, που λέτε, 20 χρονώ. Κι ήθελα να διακορεύσω το σύμπαν. Να τονε καρφώσω στο Νότιο Πόλο και να βγει απ' το Βόρειο. Ενιωθα πως είχα τη δύναμη να αναποδογυρίσω τα πάντα - όλα και να φέρω τα πάνω κάτω. Τίποτα δεν έσκιαζε το άγριο θεριό της νιότης μου.
ΠΡΙΝ από μερικές μέρες, στα 30 μου, έπαθα την πρώτη ηλικιακή - υπαρξιακή κρίση. Ηταν άδικο και άκαρδο να 30αρίζει τόσο γρήγορα και να πρέπει να ωριμάσει ο τρυφερός μου ο γυπαετός.
ΜΕ είχε χωρίσει η γκόμενα και τα 'πινα μόνος μου στο «Ντα-ντα», στα Εξάρχεια. Σούρθηκα μέχρι τους πρόποδες του Στρέφη, μπήκα στο «Κλαμπ-Ντεκαντάνς» του φίλου μου του Νίκου του Λακόπουλου και είχα πιάσει φραγκάκια, πρώτη φίρμα ήμουνα τότε στην «Ελευθεροτυπία» των 800 χιλιάδων αναγνωστών, κέρασα όλο το μαγαζί. Ημιλιπόθυμο με κουβαλήσανε σπίτι. «Τι να την κάνεις την άδοξη δόξα και το άχαρο χρήμα όταν έχει προδοθεί η επανάσταση που ονειρεύτηκες;». Κι ακόμα χειρότερα: «Τι θα πει: μπορείς να 'χεις όποια θέλεις, όταν σ' έχει φτύσει εκείνη που 'φαγες καψούρα· η ξωτική;».
ΣΤΑ 33 ανέβηκα στον Γολγοθά και άρχισαν οι σταυρώσεις. Για κάποιο λόγο μου έμελλε να βιώσω υπέρμετρο πόνο και θλίψη. Κάτι που δεν ήταν ικανός να υποψιαστεί όποιος φθονούσε την επιφανειακή επιτυχία. Χρειάστηκε να κολυμπήσω στα βαθιά μαύρα νερά, να κάνω μακροβούτια υπαρξιακά για να καταφέρω να αναδυθώ κάπως πιο ανάλαφρος στην επιφάνεια ξανά.
ΕΙΝΑΙ αφελείς και ανόητοι όσοι πιστεύουν ότι μπορείς να γράφεις δίχως να υπάρχει μέσα σου κάτι στοιχειωμένο, χωρίς να χρειαστεί να αναμετρηθείς με κάτι τόσο επικίνδυνο όσο και καταραμένο. Ολο το υπόστρωμα του χιούμορ είναι από ματαιότητα φτιαγμένο.
ΠΑΡΑΠΟΝΟ δεν έχω. Τρεις ζωές γεμάτες συγκινήσεις έχω ζήσει. Σπουδές, ταξίδια, γυναίκες. Με την πιο συγκλονιστική απ' αυτές συμβιώνω 30 τόσα χρόνια. Μια (αυτ)απάτη είναι, μια πρόστυχη και προδότρα κι όμως... Ακόμη καταφέρνει να με εξιτάρει· αυτή η πόρνη η δημοσιογραφία.
ΕΙΠΑ: «Καλά σαράντα» και θώπευσα τα αχαμνά μου. Ποια θανατοφοβία; Εγινα, υποτίθεται, γκέι και μοιραζόμουν το ίδιο κρεβάτι, αγκαλίτσα κοιμόμουν με τον Χάροντα. Ηθελε να με πάρει μαζί του, στα 42, αλλά δεν του 'κατσε. Γουστάριζα τόσο πολύ τη Ζωή!
ΑΠΟ δω και στο εξής μας μέλλει να ζητάμε συνέχεια παρατάσεις. Τρίμηνες, εξάμηνες· ποτέ ετήσιες, γιατί μπορεί να θεωρηθεί αλαζονεία και ύβρις. Πλάκα μάς έκανε ο Κωνσταντάρας. Για γιαούρτι είναι οι διαφημιστές που έβγαλαν το σλόγκαν «η ζωή αρχίζει στα 50». Οπως και οι αυθάδεις απαντήσεις στο: «άσπρα μαλλιά στην κεφαλή - κακά μαντάτα στη λολή» του στιλ: «μαλλιά μπαμπάκι - λολή φαρμάκι»!
ΤΟ θέμα είναι να μην έχεις κόμπλεξ και απωθημένα και εγώ σίγουρα δεν έχω. Εχω ζήσει τρεις ζωές, συναισθηματικά πλούσιες. Από σήμερα μπορείς να με φωνάζεις Ρόντι. Ή, αν μ' αγαπάς αληθινά, να με λες Ροντάκι· χαϊδευτικά. Μου προσθέτει γκλαμουριά... Οτι βγαίνει απ' το γεροντάκι δεν πρόκειται να το φανταστεί καμιά.